Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2013

Ποια τηλεόραση χρειαζόμαστε

Της Ποπης Διαμαντακου, kathimerini.gr

Κοινοτοπία μεν, ότι τηλεόραση είναι πρωτίστως εικόνα και ήχος που τη συμπληρώνει, αλλά φαίνεται ότι χρειάζεται να επιστρέψουμε σε αυτή και να την ξανασυζητήσουμε σε ένα τηλεοπτικό περιβάλλον, όπως το εγχώριο, όπου η έννοια «κανάλι» φαίνεται εξόχως θολή. Εχει καθιερωθεί σαν ένα είδος μάλλον, οπτικού ραδιοφώνου, καθώς επίκεντρο των προγραμμάτων αποτελούν αλλεπάλληλες «εκπομπές λόγου» με συμπλήρωμα κατ’ εξαίρεση σίριαλ παλαιάς κοπής ή φθηνά στην αγορά τους (τούρκικα), ελάχιστα ντοκιμαντέρ και σχεδόν καθόλου αυθεντικές παραγωγές που να αντανακλούν την εγχώρια παραγωγή πολιτισμού με την ευρεία έννοιά του.
Αυτό σε γενικές γραμμές είναι το εγχώριο τηλεοπτικό τοπίο, όπου αντανακλάται η κρίση σε όλες της τις εκφάνσεις και όπου η αιφνίδια μεταγραφική έξαρση του καλοκαιριού, δεν αποτυπώνει παρά την ένδεια σε ιδέες και πρόσωπα ενός ήδη εξαντλημένου μοντέλου λειτουργίας. Ενός μοντέλου που διαμορφώθηκε σε τελείως διαφορετικές συνθήκες αγοράς, όταν το όνειρο μιας αέναης ευμάρειας δικαιολογούσε το ακραία καταναλωτικό λάιφ στάιλ, το οποίο ψευδοϊσορροπούσε μια σκανδαλομηρυκάζουσα ραδιοφωνική, φτηνή σε μέσα παραγωγής, τηλεόραση (των «μικρών» καναλιών).
Την ίδια στιγμή το διεθνές περιβάλλον προτείνει ήδη νέους τρόπους τηλεοπτικής ψυχαγωγίας με τη συνδρομή της ιντερνετικής τεχνολογίας και η έννοια του «παρόχου προγράμματος» έχει εισαχθεί δυναμική με τον πήχυ ποιότητας του προσφερόμενου προϊόντος να τοποθετείται ψηλά από εταιρείες όπως η Hulu ή η Netflix με το «House of cards» να αποτελεί υποδειγματική παραγωγή που ξεπέρασε σε επιτυχία τις προσδοκίες. Ηδη στη χώρα μας η «Φίνος» διαθέτει από την περασμένη εβδομάδα δική της διεύθυνση στο Yοutube, απ’ όπου ο χρήστης μπορεί να παρακολουθήσει ελεύθερα όποια ταινία επιλέξει ανά πάσα στιγμή.
Αυτά μόνον παραδείγματα από ένα νέο τοπίο στο οποίο λέξεις-«κλειδιά» δεν είναι πλέον ούτε η τηλεθέαση, ούτε το τηλεχειριστήριο, αλλά η «σύγκλιση», η «αλληλεπίδραση», οι νέες συνήθειες των χρηστών σε διαδραστικό περιβάλλον και οι ιστότοποι ανταλλαγής αρχειακού υλικού.
Oσο για τον τομέα της ενημέρωσης και εδώ οι εξελίξεις ραγδαίες. Για παράδειγμα η κίνηση του μίστερ Aμαζον Τζεφ Μπέζος να αγοράσει τον μύθο της παραδοσιακής έντυπης δημοσιογραφίας «Ουάσιγκτον Ποστ» με κορυφαία στιγμή δόξας της το Γουοτεργκέιτ είναι σημαντικότερη από όσο υπονοούν θρήνοι για τη χαμένη τιμή της δημοσιογραφίας από το Ιντερνετ ή προβλέπουν ενθουσιώδεις αρθρογράφοι που μιλούν για το μέλλον της «παραδοσιακής» δημοσιογραφίας και για την ανυπέρβλητη «πολιτική επιρροή» των εφημερίδων. Πρόκειται για την ολοκλήρωση ενός κύκλου της δημοσιογραφίας, που ξεκίνησε πριν από 40 χρόνια σχεδόν, όταν οι δύο προεδρικές θητείες του Νίξον έγιναν το θέατρο ενός πραγματικού πολέμου ανάμεσα στον πρόεδρο και τα μίντια. Η επιλογή του Νίξον ήταν τηλεόραση κατά εφημερίδων. Η αναδυόμενη τότε μαζική τηλεόραση θα χρησίμευε ως μέσο «άμεσης επικοινωνίας» με τον λαό «περνώντας πάνω από τα κεφάλια των παραδοσιακών δημοσιογράφων». Τέλος πάντων εκείνος ο πόλεμος έληξε με περίλαμπρη νίκη του Τύπου και την παραίτηση του Νίξον. Σφράγισε όμως, επί μακρόν την αντίληψη περί «τετάρτης εξουσίας» - που πάντως δεν ευνόησε ακριβώς τα ήθη του Τύπου, ούτε της δημοσιογραφίας γενικότερα, αλλά προκάλεσε απλώς τη δημιουργία ενός νέου ηγεμονικού κλάδου, των «συμβούλων ενημέρωσης» με σκοπό τον έλεγχό της. Κοινώς το σημερινό ενημερωτικό περιβάλλον δεν έχει καμιά σχέση με την «προ Γουοτεργκέιτ» εποχή και η ενημέρωση αποτελεί πεδίο άσκησης πολλών αντικρουόμενων εξουσιών και συμφερόντων.
Ως εκ τούτου προκαλεί απορία αν μη τι άλλο σε ποια αγορά προτίθενται να απευθυνθούν εγχώρια κανάλια, τα οποία εμφανίζουν ίδια ήθη ανταγωνισμού με εκείνα περασμένων δεκαετιών. Τότε που θεωρούνταν για παράδειγμα ότι οι τηλεδιασημότητες-πρότυπα του καταναλωτικού λάιφ στάιλ (από τους ψυχαγωγούς των πρωινάδικων μέχρι παρουσιαστές/ριες ειδήσεων, που ανταγωνίζονταν μεταξύ τους για το εντυπωσιακότερο ίματζ της χλιδής) διαθέτουν πιστό κοινό. Κοινό μάλιστα, έτοιμο να τις ακολουθήσει στις καναλικές τους διαδρομές, άρα να προσθέσει διαφημιστικούς ρούμπους στο κανάλι που τις εξασφάλιζε. Εκτός του ότι κάτι τέτοιο δεν αποδείχθηκε στην πράξη, απορεί κανείς και τι ακριβώς προτείνουν στον κόσμο τηλεοπτικά προγράμματα που αποτελούν τη σκιά του αλλοτινού εαυτού τους!
Μπορεί να έχει γίνει συνείδηση ότι όπως στον τομέα της οικονομίας έτσι και σε αυτόν της τηλεόρασης αποτελούμε παγκόσμια πρωτοτυπία, αλλά το εγχώριο τηλεοπτικό κοινό δεν διαφέρει όσο μας αρέσει να φανταζόμαστε από το διεθνές. Ετσι όμως και όσο το τηλεοπτικό περιβάλλον παραμένει άναρχο και δεν ανασχεδιάζεται με βάση τις εξελίξεις και τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς, έχουμε το παράδοξο φαινόμενο μιας ακατάσχετης καναλικής «παραφιλολογίας» με άρωμα σκανδάλων, αλλά δεν έχουμε τηλεόραση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πείτε μας την γνώμη σας...